
Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες που ανήκουν στη μεσαία τάξη διαπιστώθηκε ότι ήταν εξίσου πιθανό να αντιμετωπίζουν προβλήματα με εκείνα που προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες.
Η μελέτη έδειξε πως ποσοστό μεγαλύτερο του 25 % των οικογενειών έχει ανοιχτή την τηλεόραση είτε «τις περισσότερες φορές» είτε «όλη την ώρα».
Ένα στα δέκα παιδιά ηλικίας μόλις ενός ή δύο ετών έχει τηλεόραση στο δωμάτιό του, ενώ το ένα στα τρία παιδιά ηλικίας από πέντε έως επτά ετών έχουν δική τους τηλεόραση.
Η δρ. Gross, επικεφαλής της μελέτης, εξέφρασε την ανησυχία ότι ακόμα κι αν τα παιδιά δεν βλέπουν τα ίδια τηλεόραση, ο θόρυβος που υπάρχει στο περιβάλλον καθιστά δύσκολο για αυτά να καταλάβουν τους γονείς τους ή τα μεγαλύτερα αδέλφια τους όταν μιλούν.
Η ίδια εκτιμάει ότι τα προβλήματα ομιλίας που αντιμετωπίζουν ορισμένα παιδιά συνδέονται με την περιορισμένη έκθεσή τους στη γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
«Ο εγκέφαλός μας δεν έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να μαθαίνει από μηχανές. Τα μωρά έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν σε ένα πρόσωπο και να αναγνωρίσουν τα πρόσωπα των γονιών τους », επισημαίνει.
Η πιο συνηθισμένη ηλικία, που τα παιδιά λένε την πρώτη τους λέξη, είναι μεταξύ 10-11 μηνών σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1000 γονείς.
Περισσότερα κορίτσια από αγόρια – 34% έναντι 27 % - είχαν πει την πρώτη τους λέξη τους, πριν γίνουν 9 μηνών. Ωστόσο το 4 % των παιδιών δεν είχε πει την πρώτη του λέξη πριν από την ηλικία των 3 ετών.
Η ηλικία μεταξύ 13 - 18 μηνών ήταν η πιο συνηθισμένη, που τα παιδιά άρχισαν να χρησιμοποιούν 2 λέξεις μαζί, όπως «θέλω νερό» ή «έλα εδώ».
Τα κορίτσια ήταν κατά μέσο όρο πιο γρήγορα στο να μάθουν να χρησιμοποιούν δύο λέξεις μαζί, με το 64 % να το έχουν πετύχει σε ηλικία 18 μηνών σε σύγκριση με το 54 % των αγοριών.
Η έρευνα εξέτασε επίσης τα πρώτα λόγια των παιδιών και επιβεβαίωσε ότι είναι πιο πιθανό να πουν «μπαμπά» παρά «μαμά». Τη λέξη «μπαμπά» θεωρείται ότι είναι πιο εύκολο να την προφέρει ένα μωρό.
Συνολικά το 17 % των παιδιών παρουσίασαν «μικρή ή σημαντική δυσκολία» στην ικανότητα να μιλήσουν. Μόνο τα μισά από αυτά τα παιδιά όμως είχαν βοήθεια από κάποιον ειδικό.
«Η ικανότητά μας να επικοινωνούμε είναι θεμελιώδης και στηρίζει όλα τα άλλα» υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα. «Η απόκτηση της ικανότητας αυτής από ένα παιδί είναι πολύ σημαντική. Το ποσοστό των παιδιών που έχουν δυσκολίες να μιλήσουν και να καταλάβουν την ομιλία των άλλων είναι υψηλό, ιδίως μεταξύ των αγοριών.
«Είναι απαραίτητο όλα αυτά τα παιδιά να παίρνουν τη βοήθεια που χρειάζονται από ειδικευμένους επαγγελματίες όσο το δυνατόν νωρίτερα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου