Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

Το “κούρεμα”, απλά επιστρέφει τη χώρα, στα επίπεδα χρέους του 2009

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν οι διάφοροι διεθνείς οργανισμοί και η τρόικα -και τα οποία αναγκαστικά αποδέχεται η Ελληνική κυβέρνηση- το όριο του 120% επί του δημοσίου χρέους κατά το έτος 2020, θεωρείται ως διαχειρίσιμο και ως εκ τούτου, έχει τεθεί ως στόχος.
Βέβαια, η εγκυρότητα της εκτίμησης αυτής, δε μπορεί να επιβεβαιωθεί. Πολύ δε περισσότερο, αν λάβουμε υπ’ όψη τις διαρκείς διαψεύσεις κάθε πρόβλεψης και αστοχίες κάθε ενέργειας και οικονομικής πολιτικής.
Άλλωστε το 2020 δείχνει να είναι ακόμη πολύ μακριά και συνεπώς, ο κάθε ένας μπορεί να κάνει προβλέψεις και εκτιμήσεις εκ του ασφαλούς.


Αν, σαν υπόθεση εργασίας, θεωρήσουμε ορθή την εκτίμηση αυτή (*), δηλαδή ότι το χρέος στο ύψος του 120% του ΑΕΠ, είναι βιώσιμο, έχει ενδιαφέρον να δούμε τί μεγέθη αντιπροσωπεύει αυτός ο δείκτης, αλλά και το πώς μπορούν να εξελιχθούν τα μεγέθη αυτά έως το 2020.


Η εξέταση αυτή, θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε μερικά πολύ σημαντικά στοιχεία αυτής της “εξίσωσης” και συνεπώς, θα μπορέσουμε να έχουμε μία αρκετά ικανοποιητική αντίληψη για τους άξονες της πολιτικής που θα πρέπει να ακολουθήσει η χώρα, για να πετύχει το στόχο αυτόν.


Σενάριο 1: Ας δούμε ένα πρώτο σενάριο της εξέλιξης του ΑΕΠ και του χρέους κατά το διάστημα 2012 - 2020 (**). Ως βάση του Πίνακα, παίρνουμε την υπόθεση ότι το “κούρεμα” του χρέους (δηλαδή η απομείωση) που θα γίνει με τη διαδικασία του PSI+ θα φθάσει στα € 80 δισεκατομμύρια. 
 Το παραπάνω σενάριο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως “ήπια αισιόδοξο”. Προβλέπει ότι, η ετήσια αύξηση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές θα είναι της τάξης του 4,06% και ότι η ετήσια αύξηση του χρέους θα είναι της τάξης του 2,18%.


Με το παραπάνω “ήπια αισιόδοξο” σενάριο, ο στόχος του να αποτελεί το χρέος το 120% του ΑΕΠ κατά το 2020, δείχνει να επιτυγχάνεται.


Με βάση τα παραπάνω, θα πρέπει να αποσαφηνίσουμε μερικά σημεία.
Όταν εξετάζουμε το χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ, εξετάζουμε πάντα τις τρέχουσες τιμές. Η μεταβολή της τρέχουσας τιμής του ΑΕΠ είναι το άθροισμα του ρυθμού πληθωρισμού και της πραγματικής μεταβολής του ΑΕΠ.


Δηλαδή, δύο από τα τρία κυρίαρχα στοιχεία που θα προσδιορίσουν τη ζητούμενη σχέση κατά το 2020 είναι ο ρυθμός του πληθωρισμού και ο ρυθμός της πραγματικής μεταβολής του ΑΕΠ.
Το τρίτο στοιχείο είναι ο ρυθμός αύξησης του χρέους.


Η εξέλιξη του πληθωρισμού εξαρτάται από μία σειρά εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες. Όμως, πρέπει να δεχθούμε ότι, καθώς διανύουμε φάσεις χαμηλής ανάπτυξης, ο ρυθμός του πληθωρισμού κατά τα επόμενα χρόνια δε μπορεί να είναι ιδιαίτερα υψηλός. Εκτιμούμε ότι τα μεγέθη πληθωρισμού που χρησιμοποιούμε στον παραπάνω πίνακα, δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα.
Πάντως, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι, στο ζήτημα του χρέους, ο πληθωρισμός κάνει καλό! Γιατί, αυξάνει (φουσκώνει) το μέγεθος του ΑΕΠ και συνεπώς, μειώνει το δείκτη “χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ”. Παράλληλα, κάνει καλό καθ’ όσον η χώρα πλέον δανείζεται σε σταθερά επιτόκια. Όμως, πάντα θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας ότι ο πληθωρισμός προκαλεί άλλα προβλήματα σε άλλους τομείς και δείκτες της οικονομίας.


Ο ρυθμός της πραγματικής μεταβολής του ΑΕΠ είναι το πιο κρίσιμο και το πιο πραγματικό στοιχείο, αφού αυτός δείχνει το πόσο πραγματικά αυξήθηκε ή μειώθηκε ο πλούτος της οικονομίας.
Συνεπώς, η πιο πετυχημένη στρατηγική για τη μείωση του δείκτη “χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ” είναι η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ. Και αυτή είναι το αποτέλεσμα της πραγματικής ανάπτυξης της οικονομίας. Άρα, η χώρα κατά τα επόμενα χρόνια πρέπει οπωσδήποτε όχι απλά να επανέλθει σε ρυθμούς θετικής ανάπτυξης, αλλά θα πρέπει κιόλας να πετύχει ρυθμούς ικανοποιητικής ανάπτυξης.
Στο παραπάνω παράδειγμα του πίνακα, χρησιμοποιούμε ρυθμούς ήπιας ανάπτυξης, γύρω στο 2% κατ’ έτος. Και εδώ είναι η πρόκληση ή ακόμη και η ευκαιρία. Αν η χώρα κατορθώσει και πετύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης (κάτι που γινόταν στο παρελθόν και που δεν αποκλείουμε να γίνει και στην επόμενη 8ετία), η πρόοδος που θα κάνει στους “δείκτες χρέους” θα μπορούσε να είναι εκπλητική!


Ο τρίτος παράγοντας που θα κρίνει την εξέλιξη των πραγμάτων είναι η αύξηση του χρέους. Και όπως όλοι μάθαμε πλέον (από τη φρικτή εμπειρία των δύο τελευταίων ετών).
Η εξέλιξη του χρέους, εξαρτάται από τα δημοσιονομικά πλεονάσματα ή ελλείμματα. Τα οποία με τη σειρά τους έχουν να κάνουν με την εξέλιξη των εσόδων και των δαπανών του Κράτους. Τα οποία, βεβαίως έχουν να κάνουν με το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης (έσοδα) και το μέγεθος και τη διαχείριση του δημόσιου τομέα (έξοδα).


Στο παραπάνω παράδειγμα, έχουμε υπολογίσει:


Ήπιους ρυθμούς πληθωρισμού (νομίζουμε ότι η εκτίμησή μας δεν θα απέχει από την πραγματικότητα).
Ήπιους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης (νομίζουμε ότι, εάν βοηθήσει και το διεθνές περιβάλλον -πράγμα αμφίβολο για τα επόμενα χρόνια- η χώρα μπορεί να υπερβεί τους παραπάνω ρυθμούς ανάπτυξης, ιδίως από το 2015 και μετά).
Εμφάνιση διαρκώς αυξανόμενου πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος (το οποίο φθάνει έως και το 1,5% του ΑΕΠ κατά την τριετία 2018-2020.
Με βάση το παραπάνω παράδειγμα, διαπιστώνουμε ότι όντως, στο 2020, το χρέος φθάνει να είναι στο 120% του ΑΕΠ. 
Σενάριο 2: Τί θα συμβεί όμως εάν μερικές από τις παραπάνω παραμέτρους υστερήσουν, σε σχέση με τις τιμές που υπολογίσαμε στο παραπάνω παράδειγμα;


Ας δούμε τί θα μπορούσε να συμβεί εάν μειώσουμε τους αναμενόμους ρυθμούς πραγματικής ανάπτυξης (πραγματικής αύξησης του ΑΕΠ κατά περίπου 0,50% ετησίως):




Όπως διαπιστώνουμε από τον παραπάνω πίνακα, στην περίπτωση αυτή, κατά το 2020, το χρέος θα ισούται με 125% του ΑΕΠ.
 Σενάριο 3: Εάν μετά όμως, από το 2014, μειώσουμε το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 1,00%, αντί 0,50% και παράλληλα μειώσουμε ελαφρά την υπόθεσή μας για πληθωρισμό και θεωρήσουμε ότι αυτός θα κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 1,50%, τότε διαπιστώνουμε ότι στο 2020, το χρέος σαν % του ΑΕΠ φθάνει στο 133%, δηλαδή πολύ υψηλότερα ακόμη και από το τέλος του 2009, όταν δηλαδή εισήλθαμε σ’ αυτή την περιπέτεια.
Συμπερασματικά, η επιτυχία του εγχειρήματος του PSI+ και της μελλοντικής εξέλιξης του χρέους, εξαρτάται κυρίως από τους παράγοντες (κατά σειρά σπουδαιότητας): α) της ανάπτυξης του ΑΕΠ, β) της διαχείρισης των οικονομικών του Κράτους και γ) από την εξέλιξη του πληθωρισμού.
Για να επιτευχθεί ο στόχος να ισούται το χρέος προς 120% ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά το 2020, θα πρέπει να υπάρξει μία ταυτόχρονη ήπια θετική εξέλιξη σε όλους τους παραπάνω παράγοντες.
Όμως, ακόμη και εάν όντως το χρέος υποχωρήσει και φθάσει στα επίπεδα του 120% ως ποσοστό του ΑΕΠ, και πάλι θα βρισκόμαστε στο σημείο που βρισκόμασταν στα τέλη του 2008 ή στους πρώτους μήνες του 2009.
Ακόμη και στην περίπτωση αυτή, ένα τυχαίο, αλλά σημαντικό γεγονός, θα μπορούσε και πάλι να εκτρέψει την οικονομία μας.
(*) Η προσωπική μου αντίληψη είναι ότι, ένας δείκτης χρέους ίσος με 120% του ΑΕΠ εξακολουθεί να δείχνει μία υπέρμετρα χρεωμένη χώρα και ότι σ’ αυτά τα επίπεδα η εξυπηρέτησή του θα εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Ιδιαίτερα μάλιστα εάν σε κάποια στιγμή υπάρξει κάποιο “ατύχημα” (ένα εσωτερικό ή εξωτερικό γεγονός, μία διεθνής ύφεση, κλπ).
(**) Οι προβλέψεις για το 2012, έχουν ληφθεί από το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2012.
Δείτε την εξέλιξη του χρέους κατά τη δεκαετία του 2000
http://www.eurocapital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: