Ανακοινώθηκε ότι από αύριο τα καταστήματα της TBank κατεβάζουν τις πινακίδες TBank και ανεβάζουν τις πινακίδες του TT, το οποίο την έχει απορροφήσει. Είχα γράψει προ καιρού ότι όλοι μπορεί να πτωχεύσουμε, αλλά οι τράπεζες ποτέ. Είναι ένα φαινόμενο άξιο της προσοχής μας. Ας ξαναθυμηθούμε την Τράπεζα Κεντρικής Ελλάδος, την Τράπεζα Κρήτης, την Proton Bank και
την Aspis Bank. Η τελευταία μετονομάσθηκε σε TBank και απορροφήθηκε από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ήτοι από τράπεζα που τελεί υπό κρατικό έλεγχο, άρα είναι φέουδο της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφικής μαφίας. Δεν απορροφήθηκε από κάποια ιδιωτική τράπεζα, διότι η τράπεζα ήταν υπερχρεωμένη. Ποιός θα ήθελε να αποκτήσει μία τράπεζα-φάντασμα; Μόνο ένας con.
Άρα, ο μοναδικός υποψήφιος να την αποκτήσει ήταν ο ελληνικός λαός κατά τον neocon Πάγκαλο. Και ποιος κυβερνά τον ελληνικό λαό; Η αλητεία, για την οποία μιλήσαμε σε προηγούμενο αρθρίδιο [η λέξη «αρθρίδιο» αποτελεί υποκοριστικό της λέξης «Άρθρο», όπως το «Αρχίδιο» αποτελεί υποκοριστικό της λέξης «Αρχή»]. Η τράπεζα του Παύλου Ψωμιάδη, λοιπόν, απορροφήθηκε τάχιστα από το κρατικό ΤΤ, το οποίο δεν άντεχε, ως φαίνεται, να απορροφήσει και την ProtonBank. Γι’ αυτό και στην περίπτωση της Proton Bank έσπευσε ο Μπένι να τη διασώσει ρίχνοντας ζεστό χρήμα του Δημοσίου από αυτό που πληρώνουμε όλο οι cons στημένοι σε ουρές στα ταμεία της ΔΕΗ.
Αυτή η κίνηση είναι ένα δείγμα της αύξησης των κρατικών δαπανών εν μέσω πείνας, όπως ορθώς παρετήρησε ο συν-πρωθυπουργός Reichenbach [ορθώς ως προς την αύξηση, η οποία τον ενδιαφέρει, αφού για την πείνα μας αδιαφορεί].
Για να μη μακρηγορώ, δεν υπάρχει στην ελληνική ιστορία περίπτωση τράπεζας, η οποία να επτώχευσε. Ανέκαθεν υπήρχε το νομοθετικό πλαίσιο [βλ. «πολιτική βούληση»] για τη διάσωση τραπεζών πάση θυσία. Τελευταίο μόρφωμα είναι η δημιουργία νέας τράπεζας, η οποία προικοδοτείται με τα υγιά στοιχεία της προβληματικής τράπεζας και με ζεστό χρήμα από το Δημόσιο Ταμείο. Αυτό το σχήμα εφαρμόστηκε στην ProtonBank. Κατά τα λοιπά ο πανάξιος εισαγγελέας Πεπόνης θα κυνηγάει μια ζωή τους Λευρεντιάδηδες για να πάρει πίσω η τράπεζα τα φαγωμένα.
Η τακτική αυτή έχει μία και μοναδική εξήγηση: κάθε προβληματική τράπεζα πρέπει να διασωθεί, διότι διαφορετικά θα καταρρεύσει όλο το τραπεζικό σύστημα. Και τούτο, διότι στις τράπεζες καταθέτει ο λαός τις αποταμιεύσεις του, ήτοι τους κόπους του, τους οποίους εκμεταλλεύεται η αλητοκρατία. Αν καταρρεύσει μία τράπεζα, θα προκληθεί αναστάτωση, η οποία θα προκαλέσει ντόμινο αναλήψεων από τις άλλες τράπεζες και τότε θα αποκαλυφθεί ότι τράπεζες και αλητήριοι είναι γυμνοί.
Το χειρότερο δε είναι ότι εκείνη τη στιγμή θα αναγκασθεί ο επίλαρχος Πάγκαλος να κατεβάσει τα τανκς για να αποκαταστατήσει την τάξη, η οποία θα έχει διασαλευθεί πέριξ των τραπεζικών καταστημάτων, προς όφελος της ασφαλείας του λαού υποτίθεται, στην πραγματικότητα, όμως, για να επιβάλει την τάνκση της αλητοκρατίας. Βλέπετε τα λεφτά μπορούν να μας τα τρώνε άνετα, όπως ακριβώς γίνεται τόσα χρόνια, ιδία δε τα δύο τελευταία, αλλά τη δημοκρατία της αρπαχτής και της ρεμούλας δεν μπορούν να μας τη στερήσουν με τίποτε.
Αυτά για τις τράπεζες.
Γιατί, όμως, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις ασφαλιστικές εταιρείες; Βρέθηκαν π.χ. ο Κοσκωτάς και ο Λαυρεντιάδης, οι οποίοι άδειασαν τις τράπεζές «τους», αλλά έσπευσε το κράτος να στηρίξει τις τράπεζες, για να μη χαθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών στο τραπεζικό σύστημα. Γιατί δεν γίνεται το ίδιο με τις ασφαλιστικές εταιρείες, ήτοι για τον δεύτερο πυλώνα του χρηματοπιστωτικού συστήματος; Μήπως στις ασφαλιστικές εταιρείες, κυρίως του κλάδου ζωής, δεν έχει καταθέσει ο λαός τεράστια ποσά των αποταμιεύσεών του; Μήπως οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν τελούν υπό την εποπτεία του κράτους, όπως οι τράπεζες;
Γιατί π.χ. ο Α που έχει καταθέσει € 100.000 στην τράπεζα Proton προστατεύθηκε, αλλά δεν προστατεύθηκε ο Β που είχε καταθέσει € 100.000 σε επενδυτικό πρόγραμμα της ασφαλιστικής εταιρείας Aspis; Πώς επιτρέπει η πολιτεία στις ασφαλιστικές εταιρείες να συγκεντρώνουν τις αποταμιεύσεις του λαού και να τις διαχειρίζονται ως αν ήσαν τράπεζες, αλλά όταν οι ασφαλιστικές εταιρείες αποτελέσουν λεία λαμογίων τινών, ο αποταμιευτής – που αποκαλείται ασφαλισμένος και όχι καταθέτης – μένει έξω από το αλεξιβρόχιο του κ. Μπένι και τρέχει στα δικαστήρια για να πάρει μετά από 10 τουλάχιστον χρόνια ένα ποσό που δεν υπερβαίνει το 10% της αποταμίευσής του στην καλλίτερη περίπτωση; Γιατί άραγε;
Οι τράπεζες λειτουργούν κάτω από αυστηρούς, υποτίθεται, κανόνες, οι οποίοι επιγραμματικά ονομάζονται Βασιλεία Ι, Βασιλεία ΙΙ κ.ο.κ. από την πόλη της Ελβετίας, όπου συγκεντρώνονται οι τραπεζικοί εγκέφαλοι, τύπου πρωθυπουργού μας, και καθορίζουν τους όρους λειτουργίας των τραπεζών [όπως λέμε Ζάππειο Ι, Ζάππειο ΙΙ]. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ασφαλιστικές εταιρείες, οι κανόνες λειτουργίας των οποίων είναι ενοποιημένοι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί αυτή η διαφορά στη μεταχείριση των πελατών τους, οι οποίοι έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά; Αυτά, βέβαια, ορίζουν τα νομοθετικά πλαίσια. Εκτός αυτών, όμως, με εκ των υστέρων νομιμοποίηση, όπως πάντα, γίνονται τα πάντα. Μήπως, λοιπόν, οι εμπλεκόμενοι στην τράπεζα Proton είχαν καλλίτερες προσβάσεις στο αλητοκρατικό κατεστημένο από όσες είχαν οι εμπλεκόμενοι στην ασφαλιστική εταιρεία Aspis; Διερωτώμαι εγώ τώρα ως αφελής con, μα πάρα πολύ con, που είμαι.
Μήπως ο Παύλος Ψωμιάδης είχε πιστέψει ότι ανήκει και αυτός στον εσμό των ατόμων που έχουν ως μότο στη ζωή τους το «Χρωστάω δισ., δεν με κουνάει κανείς», αλλά είχε λησμονήσει να εξασφαλίσει στοιχεία που θα αποδείκνυαν τη συμμετοχή σ’ αυτόν τον εσμό σε αντίθεση με άλλους που κατείχαν τέτοια στοιχεία; Λέω εγώ τώρα ο con και καμμία connerie για να περάσει η ώρα.
την Aspis Bank. Η τελευταία μετονομάσθηκε σε TBank και απορροφήθηκε από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ήτοι από τράπεζα που τελεί υπό κρατικό έλεγχο, άρα είναι φέουδο της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφικής μαφίας. Δεν απορροφήθηκε από κάποια ιδιωτική τράπεζα, διότι η τράπεζα ήταν υπερχρεωμένη. Ποιός θα ήθελε να αποκτήσει μία τράπεζα-φάντασμα; Μόνο ένας con.
Άρα, ο μοναδικός υποψήφιος να την αποκτήσει ήταν ο ελληνικός λαός κατά τον neocon Πάγκαλο. Και ποιος κυβερνά τον ελληνικό λαό; Η αλητεία, για την οποία μιλήσαμε σε προηγούμενο αρθρίδιο [η λέξη «αρθρίδιο» αποτελεί υποκοριστικό της λέξης «Άρθρο», όπως το «Αρχίδιο» αποτελεί υποκοριστικό της λέξης «Αρχή»]. Η τράπεζα του Παύλου Ψωμιάδη, λοιπόν, απορροφήθηκε τάχιστα από το κρατικό ΤΤ, το οποίο δεν άντεχε, ως φαίνεται, να απορροφήσει και την ProtonBank. Γι’ αυτό και στην περίπτωση της Proton Bank έσπευσε ο Μπένι να τη διασώσει ρίχνοντας ζεστό χρήμα του Δημοσίου από αυτό που πληρώνουμε όλο οι cons στημένοι σε ουρές στα ταμεία της ΔΕΗ.
Αυτή η κίνηση είναι ένα δείγμα της αύξησης των κρατικών δαπανών εν μέσω πείνας, όπως ορθώς παρετήρησε ο συν-πρωθυπουργός Reichenbach [ορθώς ως προς την αύξηση, η οποία τον ενδιαφέρει, αφού για την πείνα μας αδιαφορεί].
Για να μη μακρηγορώ, δεν υπάρχει στην ελληνική ιστορία περίπτωση τράπεζας, η οποία να επτώχευσε. Ανέκαθεν υπήρχε το νομοθετικό πλαίσιο [βλ. «πολιτική βούληση»] για τη διάσωση τραπεζών πάση θυσία. Τελευταίο μόρφωμα είναι η δημιουργία νέας τράπεζας, η οποία προικοδοτείται με τα υγιά στοιχεία της προβληματικής τράπεζας και με ζεστό χρήμα από το Δημόσιο Ταμείο. Αυτό το σχήμα εφαρμόστηκε στην ProtonBank. Κατά τα λοιπά ο πανάξιος εισαγγελέας Πεπόνης θα κυνηγάει μια ζωή τους Λευρεντιάδηδες για να πάρει πίσω η τράπεζα τα φαγωμένα.
Η τακτική αυτή έχει μία και μοναδική εξήγηση: κάθε προβληματική τράπεζα πρέπει να διασωθεί, διότι διαφορετικά θα καταρρεύσει όλο το τραπεζικό σύστημα. Και τούτο, διότι στις τράπεζες καταθέτει ο λαός τις αποταμιεύσεις του, ήτοι τους κόπους του, τους οποίους εκμεταλλεύεται η αλητοκρατία. Αν καταρρεύσει μία τράπεζα, θα προκληθεί αναστάτωση, η οποία θα προκαλέσει ντόμινο αναλήψεων από τις άλλες τράπεζες και τότε θα αποκαλυφθεί ότι τράπεζες και αλητήριοι είναι γυμνοί.
Το χειρότερο δε είναι ότι εκείνη τη στιγμή θα αναγκασθεί ο επίλαρχος Πάγκαλος να κατεβάσει τα τανκς για να αποκαταστατήσει την τάξη, η οποία θα έχει διασαλευθεί πέριξ των τραπεζικών καταστημάτων, προς όφελος της ασφαλείας του λαού υποτίθεται, στην πραγματικότητα, όμως, για να επιβάλει την τάνκση της αλητοκρατίας. Βλέπετε τα λεφτά μπορούν να μας τα τρώνε άνετα, όπως ακριβώς γίνεται τόσα χρόνια, ιδία δε τα δύο τελευταία, αλλά τη δημοκρατία της αρπαχτής και της ρεμούλας δεν μπορούν να μας τη στερήσουν με τίποτε.
Αυτά για τις τράπεζες.
Γιατί, όμως, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις ασφαλιστικές εταιρείες; Βρέθηκαν π.χ. ο Κοσκωτάς και ο Λαυρεντιάδης, οι οποίοι άδειασαν τις τράπεζές «τους», αλλά έσπευσε το κράτος να στηρίξει τις τράπεζες, για να μη χαθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών στο τραπεζικό σύστημα. Γιατί δεν γίνεται το ίδιο με τις ασφαλιστικές εταιρείες, ήτοι για τον δεύτερο πυλώνα του χρηματοπιστωτικού συστήματος; Μήπως στις ασφαλιστικές εταιρείες, κυρίως του κλάδου ζωής, δεν έχει καταθέσει ο λαός τεράστια ποσά των αποταμιεύσεών του; Μήπως οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν τελούν υπό την εποπτεία του κράτους, όπως οι τράπεζες;
Γιατί π.χ. ο Α που έχει καταθέσει € 100.000 στην τράπεζα Proton προστατεύθηκε, αλλά δεν προστατεύθηκε ο Β που είχε καταθέσει € 100.000 σε επενδυτικό πρόγραμμα της ασφαλιστικής εταιρείας Aspis; Πώς επιτρέπει η πολιτεία στις ασφαλιστικές εταιρείες να συγκεντρώνουν τις αποταμιεύσεις του λαού και να τις διαχειρίζονται ως αν ήσαν τράπεζες, αλλά όταν οι ασφαλιστικές εταιρείες αποτελέσουν λεία λαμογίων τινών, ο αποταμιευτής – που αποκαλείται ασφαλισμένος και όχι καταθέτης – μένει έξω από το αλεξιβρόχιο του κ. Μπένι και τρέχει στα δικαστήρια για να πάρει μετά από 10 τουλάχιστον χρόνια ένα ποσό που δεν υπερβαίνει το 10% της αποταμίευσής του στην καλλίτερη περίπτωση; Γιατί άραγε;
Οι τράπεζες λειτουργούν κάτω από αυστηρούς, υποτίθεται, κανόνες, οι οποίοι επιγραμματικά ονομάζονται Βασιλεία Ι, Βασιλεία ΙΙ κ.ο.κ. από την πόλη της Ελβετίας, όπου συγκεντρώνονται οι τραπεζικοί εγκέφαλοι, τύπου πρωθυπουργού μας, και καθορίζουν τους όρους λειτουργίας των τραπεζών [όπως λέμε Ζάππειο Ι, Ζάππειο ΙΙ]. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ασφαλιστικές εταιρείες, οι κανόνες λειτουργίας των οποίων είναι ενοποιημένοι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί αυτή η διαφορά στη μεταχείριση των πελατών τους, οι οποίοι έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά; Αυτά, βέβαια, ορίζουν τα νομοθετικά πλαίσια. Εκτός αυτών, όμως, με εκ των υστέρων νομιμοποίηση, όπως πάντα, γίνονται τα πάντα. Μήπως, λοιπόν, οι εμπλεκόμενοι στην τράπεζα Proton είχαν καλλίτερες προσβάσεις στο αλητοκρατικό κατεστημένο από όσες είχαν οι εμπλεκόμενοι στην ασφαλιστική εταιρεία Aspis; Διερωτώμαι εγώ τώρα ως αφελής con, μα πάρα πολύ con, που είμαι.
Μήπως ο Παύλος Ψωμιάδης είχε πιστέψει ότι ανήκει και αυτός στον εσμό των ατόμων που έχουν ως μότο στη ζωή τους το «Χρωστάω δισ., δεν με κουνάει κανείς», αλλά είχε λησμονήσει να εξασφαλίσει στοιχεία που θα αποδείκνυαν τη συμμετοχή σ’ αυτόν τον εσμό σε αντίθεση με άλλους που κατείχαν τέτοια στοιχεία; Λέω εγώ τώρα ο con και καμμία connerie για να περάσει η ώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου