Οι φήμες ότι η Deutsche Bank θα είναι συμμέτοχος στον υπό διαμόρφωση νέο όμιλο της Εθνικής Τράπεζας, δεν έπεσαν σαν κεραυνός εν αιθρία. Κυκλοφορούν εδώ και 3 μήνες στην αγορά και τροφοδοτούνται από παλαιότερες σχέσεις και υπόγειες (ή επίγειες) διαδρομές. Όλες, όμως, εξυπηρετούν ένα και μοναδικό δεδομένο: όταν ο μετασχηματισμός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ολοκληρωθεί, η Γερμανία θα πρέπει να είναι παρούσα.
Και η Εθνική αποτελεί τον πιο λογικό συνεργάτη.
Βέβαια, για να προχωρήσει οποιοδήποτε τέτοιο σενάριο, θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση.
Ίσως γι’ αυτό η διοίκηση της Εθνικής να αρνείται κομψά λέγοντας ότι δεν υπάρχουν επαφές με την Deutsche Bank. Ίσως και γι’ αυτό, όμως, αναφέρουν ότι η Deutsche Bank θα είναι ο (ένας) εγγυητής ανάδοχος σε μια αύξηση κεφαλαίου της Εθνικής μετά την ανακεφαλαιοποίηση. Και μέσω της
διαδικασίας αυτής θα βρεθεί να ελέγχει το 10% της νέας τράπεζας.
Πολλοί σπεύδουν να πουν ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν έχει επιχειρηματική λογική, αλλά μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο πολιτικά συμφέροντα και ιδιαίτερα αυτά που αφορούν την πρόσφατη προσέγγιση του Σαμαρά με τη Μέρκελ. Και για να το πούμε πιο ωμά, η παρουσία της πιο συστημικής γερμανικής τράπεζας με ικανό ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο του μεγαλύτερου (και με ιδιαίτερη κρατική εμπλοκή) ελληνικού τραπεζικού ομίλου, δεν μπορεί παρά να καταδείξει την ομηρεία της κυβέρνησης αλλά και να σφραγίσει το ελληνικό ξεπούλημα στους Γερμανούς. Όσοι ασπάζονται αυτήν τη λογική, αναρωτιούνται: Πώς είναι δυνατόν οι γαλλικές τράπεζες να αποχωρούν ήδη από το ελληνικό προσκήνιο, και μάλιστα πληρώνοντας αδρά, και η Deutsche Bank να επανακάμπτει δριμύτερη;
Γερμανικό «παιχνίδι»
Η αλήθεια λοιπόν έγκειται στο ότι η Deutsche Bank δεν είναι ένα απλό τραπεζικό μαγαζί που κατεβαίνει στην Ελλάδα να παίξει με εμπορικούς όρους, όπως έκαναν οι δύο Γάλλοι κι έχασαν περισσότερα από 10 δισ. ευρώ. Η Deutsche Bank έχει άλλη αποστολή και άλλες δυνατότητες. Οι παλαιότεροι παίκτες του χρηματιστηρίου ασφαλώς και θα θυμούνται τα παιχνίδια των εκθέσεων της γερμανικής τράπεζας με τη μετοχή της ΔΕΗ (και πολλών άλλων οργανισμών του ελληνικού Δημοσίου) την περίοδο του Καραμανλή, με αποτέλεσμα ένα από τα βαρύτερα τότε χαρτιά του Χ.Α. να γίνεται ασανσεράκι και κάποια λαμόγια να πλουτίζουν.
Η Deutsche Bank λοιπόν έχει τα μέσα, αλλά γνωρίζει και τον τρόπο να βρίσκεται πάντοτε κοντά στα ελληνικά πράγματα. Πριν από αρκετό καιρό, την περίοδο που η Alpha φλέρταρε με την Eurobank, και με την πρόθεση της μεταξύ τους συγχώνευσης ήδη ανακοινωμένη, οι τότε φήμες έφερναν και πάλι την Εθνική να τίθεται επικεφαλής ενός ομίλου κρατικών τραπεζών με ισχυρή ξένη συμμετοχή στο κεφάλαιό της. Που βέβαια δεν ήταν άλλη από την Deutsche Bank.
Και τότε, η διοίκηση (τότε ήταν ο Ταμβακάκης) του ομίλου επιχείρησε να βάλει φρένο στην όλη συζήτηση, ανακοινώνοντας ότι «δεν συμμετέχει σε οποιεσδήποτε συζητήσεις για στρατηγική συμμετοχή της Deutsche Bank». Τι σύμπτωση.
Την περίοδο εκείνη, η σεναριολογία στηριζόταν στο ότι οι σχέσεις Ταμβακάκη - Άκερμαν (ο τότε διοικητής της Deutsche Bank) ήταν άριστες. Το καλό κλίμα αναπτύχθηκε σταδιακά μετά τη συνάντηση του Άκερμαν με τον Ταμβακάκη και τον ΓΑΠ τον Φεβρουάριο του 2010. Ακολούθησε η πρόσκληση (Σεπτέμβρης του 2010) της Deutsche Bank στην Εθνική να αναλάβει ρόλο αναδόχου στη μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου των Γερμανών, που τελικά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια προσωπική πρόσκληση του Άκερμαν προς τον συνάδελφό του της ΕΤΕ. Υπενθυμίζεται ότι η Deutsche Bank συμμετείχε ως ανάδοχος στην αύξηση της Εθνικής με καλές σχέσεις έκτοτε των δύο διοικήσεων.
Σε εκείνο το φλερτ υπήρχε σημειολογία και συγχρονικότητα (κατά την έννοια του Young). Το Διοικητικό Συμβούλιο του ομίλου της ΕΤΕ είχε μόλις εγκρίνει το σχέδιο αναδιάρθρωσης των θυγατρικών στη ΝΑ. Ευρώπη, που περιλάμβανε τη δημιουργία εταιρείας συμμετοχών των τραπεζών και των λοιπών χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων - γραφείων στην ευρύτερη περιοχή. Το ότι από το σχέδιο εκείνο είχε εξαιρεθεί (ρητότατα) η Finansbank έδειχνε από τότε την πολυτιμότητα της θυγατρικής στην Τουρκία και την εκτίμηση πως για αυτήν την πολύφερνη νύφη επιφυλασσόταν ιδιαίτερος ρόλος.
Τότε όλοι έβλεπαν πως το θέμα της Finansbank και τα ενδεχόμενα καλύτερης «αξιοποίησης» της συμμετοχής της Εθνικής είχαν συζητηθεί τουλάχιστον άπαξ μεταξύ Ταμβακάκη και Άκερμαν. Βέβαια, τότε, παρά την εκπεφρασμένη του πρόθεση να εξετάσει την πώληση της Finansbank, ο Ταμβακάκης έβλεπε περισσότερο τους τρόπους να διαδραματίσει ευρύτερο ρόλο από αυτόν του «στενού διευθύνοντος συμβούλου» του πρώτου τραπεζικού ομίλου της χώρας. Άλλωστε μπορεί ο ίδιος να διαχειριζόταν την καλή σχέση με την Deutsche Bank, πλην όμως πηγή και βάση της σχέσης αυτής ήταν το προηγούμενο «αφεντικό» του, ο Σπύρος Λάτσης.
Σήμερα τα πρόσωπα έχουν αλλάξει. Στο τιμόνι της ΕΤΕ βρίσκονται ο Τουρκολιάς και ο Ζαννιάς. Και σε αυτό της Deutsche, ο Paul Achleiter. Όχι όμως ακριβώς όλα. Κατ’ αρχήν η γερμανική τράπεζα δεν είναι ένας άγνωστος. Υπήρξε στρατηγικός επενδυτής στην Eurobank (είχε το 10% έως ότoυ αποχώρησε) και σήμερα είναι ο συνεταίρος που έχει επιλεγεί για το νέο σχήμα του ομίλου της Εθνικής. Ο κρίκος είναι εμφανής.
Με βάση τη σχέση ανταλλαγής, η οικογένεια Λάτση θα ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος μειοψηφίας του νέου ομίλου με περίπου 12%, κάτι που τελικά δεν συμβαίνει εξ αιτίας της «μοιρασιάς» του μετοχικού πακέτου στους συγγενείς και την είσοδο φίλων επιχειρηματιών στη διοίκηση. Αυτό λοιπόν εξαφανίζει το όνομα Λάτσης από το προσκήνιο, αλλά δεν αποσύρει και κατ’ ανάγκη την πραγματική και ουσιαστική του εμπλοκή… Άλλωστε στους κορυφαίους οικονομικούς και χρηματιστηριακούς κύκλους συζητείται ως βέβαιο ότι μια συμμετοχή της Deutsche στην επόμενη ημέρα του ομίλου της ΕΤΕ συζητήθηκε και κατά τη συνάντηση της Μέρκελ με τον Σαμαρά στην Αθήνα.
Σήμερα, λοιπόν, καθώς η Εθνική βρίσκεται σε συζητήσεις με ξένες τράπεζες για να εγγυηθούν την προσεχή αύξηση κεφαλαίου της, τα πράγματα γίνονται προφανέστερα. Με όρους κεφαλαιακών απαιτήσεων αυτή η αύξηση φθάνει τα 15 με 16 δισ. ευρώ, ενώ, εάν από ευρωπαϊκής πλευράς δεν γίνει δεκτή η πρόταση του ΤΧΣ να εγγυηθεί τα νέα ομόλογα, η καθαρή κεφαλαιακή απαίτηση θα φθάσει τα 14 δισ. ευρώ. Ποσά που σε κάθε περίπτωση απαιτούν την παρουσία ενός ιδιαίτερα ισχυρού παίκτη.
Δυο λεπτομέρειες
Η πρώτη: Για τις δε διαψεύσεις της διοίκησης της Εθνικής, την περίοδο Ταμβακάκη, αρκεί να ανατρέξει κάποιος σε ανάλογες ενέργειες που είχαν προηγηθεί είτε της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου είτε των σχεδιασμών για τη Finansbank. Δεν χρειάζεται να πάει κάποιος και πολύ πίσω για να θυμηθεί πως δύο φορές (αρχές Ιουνίου και μέσα Ιουλίου του 2010) η ίδια διοίκηση διέψευδε σενάρια για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή πώληση θυγατρικών της. Το τι ανακοινώθηκε από την ίδια διοίκηση δύο-τρεις μήνες αργότερα και το τι αναφερόταν (στις 17.9) στο σχετικό ενημερωτικό δελτίο καθιστούν κάθε καλόπιστο επενδυτή επιφυλακτικό…
Η δεύτερη: Για τη «μεγάλη μας φίλη», την Εθνική, που έλεγαν κάποτε τα σποτάκια της TV, μόνιμος ενδιαφερόμενος με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είναι η Deutsche Bank. Είτε αναφορικά με την πολύφερνη συμμετοχή της ΕΤΕ στη Finansbank της Τουρκίας είτε με το απευθείας ενδιαφέρον για την ίδια την τράπεζα που τελεί υπό ημικρατικό καθεστώς. Το ερώτημα, βέβαια, είναι αν έχουμε όλοι ξεχάσει ότι η Deutsche Bank είναι η μεγάλη… φίλη γερμανική τράπεζα, που, ενώ σόρταρε τα ελληνικά ομόλογα, είχε κληθεί ως σύμβουλος του Δημοσίου (και πληρώνεται) για δώσει τη γνώμη της για το μέλλον των κρατικών τραπεζών και τις μεγάλες μπίζνες των ιδιωτικοποιήσεων.
Στόχος ο έλεγχος
Η υπόθεση της Deutsche Bank και του ευρύτερου γερμανικού ενδιαφέροντος για την Εθνική και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι, σύμφωνα με ενημερωμένους κύκλους, άρρηκτα συνδεδεμένο με την οδηγία της Μέρκελ να χρησιμοποιηθεί η γερμανική επενδυτική τράπεζα KfW ως μοχλός για την ανάπτυξη της επόμενης ημέρας στη χειμαζόμενη Ελλάδα. Η δημιουργία του χρηματοδοτικού εργαλείου με το όνομα «Ελλάδα» στο πλαίσιο του προγράμματος «Δάνεια για επιχειρήσεις» της γερμανικής επενδυτικής τράπεζας μπορεί να υπάρχει στα χαρτιά, αλλά δύσκολα θα λειτουργήσει στην πράξη αν δεν υπάρχει ένας Έλληνας (αλλά αυστηρά ελεγχόμενος) εταίρος που να προωθήσει τα όποια κονδύλια στην αγορά. Πολλοί λοιπόν βλέπουν την εμπλοκή της Deutsche Bank να εξυπηρετεί και αυτόν τον ρόλο: τον συνέταιρο της KfW στην Ελλάδα.
Εάν συνυπολογίσουμε ότι η KfW θα παράσχει τεχνογνωσία με στόχο τη δημιουργία αντίστοιχης ελληνικής επενδυτικής αναπτυξιακής τράπεζας, η εικόνα μας φωτίζεται ακόμη περισσότερο. Και καθώς η Γερμανία θα στηρίξει την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για ενίσχυση της χρηματοδότησης των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθώς και της χρηματοδότησης μέσω των διαρθρωτικών ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σαφές γιατί χρειάζεται η «κάθοδος» της Deutsche Bank στην Ελλάδα.
Και η Εθνική αποτελεί τον πιο λογικό συνεργάτη.
Βέβαια, για να προχωρήσει οποιοδήποτε τέτοιο σενάριο, θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση.
Ίσως γι’ αυτό η διοίκηση της Εθνικής να αρνείται κομψά λέγοντας ότι δεν υπάρχουν επαφές με την Deutsche Bank. Ίσως και γι’ αυτό, όμως, αναφέρουν ότι η Deutsche Bank θα είναι ο (ένας) εγγυητής ανάδοχος σε μια αύξηση κεφαλαίου της Εθνικής μετά την ανακεφαλαιοποίηση. Και μέσω της
διαδικασίας αυτής θα βρεθεί να ελέγχει το 10% της νέας τράπεζας.
Πολλοί σπεύδουν να πουν ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν έχει επιχειρηματική λογική, αλλά μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο πολιτικά συμφέροντα και ιδιαίτερα αυτά που αφορούν την πρόσφατη προσέγγιση του Σαμαρά με τη Μέρκελ. Και για να το πούμε πιο ωμά, η παρουσία της πιο συστημικής γερμανικής τράπεζας με ικανό ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο του μεγαλύτερου (και με ιδιαίτερη κρατική εμπλοκή) ελληνικού τραπεζικού ομίλου, δεν μπορεί παρά να καταδείξει την ομηρεία της κυβέρνησης αλλά και να σφραγίσει το ελληνικό ξεπούλημα στους Γερμανούς. Όσοι ασπάζονται αυτήν τη λογική, αναρωτιούνται: Πώς είναι δυνατόν οι γαλλικές τράπεζες να αποχωρούν ήδη από το ελληνικό προσκήνιο, και μάλιστα πληρώνοντας αδρά, και η Deutsche Bank να επανακάμπτει δριμύτερη;
Γερμανικό «παιχνίδι»
Η αλήθεια λοιπόν έγκειται στο ότι η Deutsche Bank δεν είναι ένα απλό τραπεζικό μαγαζί που κατεβαίνει στην Ελλάδα να παίξει με εμπορικούς όρους, όπως έκαναν οι δύο Γάλλοι κι έχασαν περισσότερα από 10 δισ. ευρώ. Η Deutsche Bank έχει άλλη αποστολή και άλλες δυνατότητες. Οι παλαιότεροι παίκτες του χρηματιστηρίου ασφαλώς και θα θυμούνται τα παιχνίδια των εκθέσεων της γερμανικής τράπεζας με τη μετοχή της ΔΕΗ (και πολλών άλλων οργανισμών του ελληνικού Δημοσίου) την περίοδο του Καραμανλή, με αποτέλεσμα ένα από τα βαρύτερα τότε χαρτιά του Χ.Α. να γίνεται ασανσεράκι και κάποια λαμόγια να πλουτίζουν.
Η Deutsche Bank λοιπόν έχει τα μέσα, αλλά γνωρίζει και τον τρόπο να βρίσκεται πάντοτε κοντά στα ελληνικά πράγματα. Πριν από αρκετό καιρό, την περίοδο που η Alpha φλέρταρε με την Eurobank, και με την πρόθεση της μεταξύ τους συγχώνευσης ήδη ανακοινωμένη, οι τότε φήμες έφερναν και πάλι την Εθνική να τίθεται επικεφαλής ενός ομίλου κρατικών τραπεζών με ισχυρή ξένη συμμετοχή στο κεφάλαιό της. Που βέβαια δεν ήταν άλλη από την Deutsche Bank.
Και τότε, η διοίκηση (τότε ήταν ο Ταμβακάκης) του ομίλου επιχείρησε να βάλει φρένο στην όλη συζήτηση, ανακοινώνοντας ότι «δεν συμμετέχει σε οποιεσδήποτε συζητήσεις για στρατηγική συμμετοχή της Deutsche Bank». Τι σύμπτωση.
Την περίοδο εκείνη, η σεναριολογία στηριζόταν στο ότι οι σχέσεις Ταμβακάκη - Άκερμαν (ο τότε διοικητής της Deutsche Bank) ήταν άριστες. Το καλό κλίμα αναπτύχθηκε σταδιακά μετά τη συνάντηση του Άκερμαν με τον Ταμβακάκη και τον ΓΑΠ τον Φεβρουάριο του 2010. Ακολούθησε η πρόσκληση (Σεπτέμβρης του 2010) της Deutsche Bank στην Εθνική να αναλάβει ρόλο αναδόχου στη μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου των Γερμανών, που τελικά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια προσωπική πρόσκληση του Άκερμαν προς τον συνάδελφό του της ΕΤΕ. Υπενθυμίζεται ότι η Deutsche Bank συμμετείχε ως ανάδοχος στην αύξηση της Εθνικής με καλές σχέσεις έκτοτε των δύο διοικήσεων.
Σε εκείνο το φλερτ υπήρχε σημειολογία και συγχρονικότητα (κατά την έννοια του Young). Το Διοικητικό Συμβούλιο του ομίλου της ΕΤΕ είχε μόλις εγκρίνει το σχέδιο αναδιάρθρωσης των θυγατρικών στη ΝΑ. Ευρώπη, που περιλάμβανε τη δημιουργία εταιρείας συμμετοχών των τραπεζών και των λοιπών χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων - γραφείων στην ευρύτερη περιοχή. Το ότι από το σχέδιο εκείνο είχε εξαιρεθεί (ρητότατα) η Finansbank έδειχνε από τότε την πολυτιμότητα της θυγατρικής στην Τουρκία και την εκτίμηση πως για αυτήν την πολύφερνη νύφη επιφυλασσόταν ιδιαίτερος ρόλος.
Τότε όλοι έβλεπαν πως το θέμα της Finansbank και τα ενδεχόμενα καλύτερης «αξιοποίησης» της συμμετοχής της Εθνικής είχαν συζητηθεί τουλάχιστον άπαξ μεταξύ Ταμβακάκη και Άκερμαν. Βέβαια, τότε, παρά την εκπεφρασμένη του πρόθεση να εξετάσει την πώληση της Finansbank, ο Ταμβακάκης έβλεπε περισσότερο τους τρόπους να διαδραματίσει ευρύτερο ρόλο από αυτόν του «στενού διευθύνοντος συμβούλου» του πρώτου τραπεζικού ομίλου της χώρας. Άλλωστε μπορεί ο ίδιος να διαχειριζόταν την καλή σχέση με την Deutsche Bank, πλην όμως πηγή και βάση της σχέσης αυτής ήταν το προηγούμενο «αφεντικό» του, ο Σπύρος Λάτσης.
Σήμερα τα πρόσωπα έχουν αλλάξει. Στο τιμόνι της ΕΤΕ βρίσκονται ο Τουρκολιάς και ο Ζαννιάς. Και σε αυτό της Deutsche, ο Paul Achleiter. Όχι όμως ακριβώς όλα. Κατ’ αρχήν η γερμανική τράπεζα δεν είναι ένας άγνωστος. Υπήρξε στρατηγικός επενδυτής στην Eurobank (είχε το 10% έως ότoυ αποχώρησε) και σήμερα είναι ο συνεταίρος που έχει επιλεγεί για το νέο σχήμα του ομίλου της Εθνικής. Ο κρίκος είναι εμφανής.
Με βάση τη σχέση ανταλλαγής, η οικογένεια Λάτση θα ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος μειοψηφίας του νέου ομίλου με περίπου 12%, κάτι που τελικά δεν συμβαίνει εξ αιτίας της «μοιρασιάς» του μετοχικού πακέτου στους συγγενείς και την είσοδο φίλων επιχειρηματιών στη διοίκηση. Αυτό λοιπόν εξαφανίζει το όνομα Λάτσης από το προσκήνιο, αλλά δεν αποσύρει και κατ’ ανάγκη την πραγματική και ουσιαστική του εμπλοκή… Άλλωστε στους κορυφαίους οικονομικούς και χρηματιστηριακούς κύκλους συζητείται ως βέβαιο ότι μια συμμετοχή της Deutsche στην επόμενη ημέρα του ομίλου της ΕΤΕ συζητήθηκε και κατά τη συνάντηση της Μέρκελ με τον Σαμαρά στην Αθήνα.
Σήμερα, λοιπόν, καθώς η Εθνική βρίσκεται σε συζητήσεις με ξένες τράπεζες για να εγγυηθούν την προσεχή αύξηση κεφαλαίου της, τα πράγματα γίνονται προφανέστερα. Με όρους κεφαλαιακών απαιτήσεων αυτή η αύξηση φθάνει τα 15 με 16 δισ. ευρώ, ενώ, εάν από ευρωπαϊκής πλευράς δεν γίνει δεκτή η πρόταση του ΤΧΣ να εγγυηθεί τα νέα ομόλογα, η καθαρή κεφαλαιακή απαίτηση θα φθάσει τα 14 δισ. ευρώ. Ποσά που σε κάθε περίπτωση απαιτούν την παρουσία ενός ιδιαίτερα ισχυρού παίκτη.
Δυο λεπτομέρειες
Η πρώτη: Για τις δε διαψεύσεις της διοίκησης της Εθνικής, την περίοδο Ταμβακάκη, αρκεί να ανατρέξει κάποιος σε ανάλογες ενέργειες που είχαν προηγηθεί είτε της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου είτε των σχεδιασμών για τη Finansbank. Δεν χρειάζεται να πάει κάποιος και πολύ πίσω για να θυμηθεί πως δύο φορές (αρχές Ιουνίου και μέσα Ιουλίου του 2010) η ίδια διοίκηση διέψευδε σενάρια για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή πώληση θυγατρικών της. Το τι ανακοινώθηκε από την ίδια διοίκηση δύο-τρεις μήνες αργότερα και το τι αναφερόταν (στις 17.9) στο σχετικό ενημερωτικό δελτίο καθιστούν κάθε καλόπιστο επενδυτή επιφυλακτικό…
Η δεύτερη: Για τη «μεγάλη μας φίλη», την Εθνική, που έλεγαν κάποτε τα σποτάκια της TV, μόνιμος ενδιαφερόμενος με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είναι η Deutsche Bank. Είτε αναφορικά με την πολύφερνη συμμετοχή της ΕΤΕ στη Finansbank της Τουρκίας είτε με το απευθείας ενδιαφέρον για την ίδια την τράπεζα που τελεί υπό ημικρατικό καθεστώς. Το ερώτημα, βέβαια, είναι αν έχουμε όλοι ξεχάσει ότι η Deutsche Bank είναι η μεγάλη… φίλη γερμανική τράπεζα, που, ενώ σόρταρε τα ελληνικά ομόλογα, είχε κληθεί ως σύμβουλος του Δημοσίου (και πληρώνεται) για δώσει τη γνώμη της για το μέλλον των κρατικών τραπεζών και τις μεγάλες μπίζνες των ιδιωτικοποιήσεων.
Στόχος ο έλεγχος
Η υπόθεση της Deutsche Bank και του ευρύτερου γερμανικού ενδιαφέροντος για την Εθνική και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι, σύμφωνα με ενημερωμένους κύκλους, άρρηκτα συνδεδεμένο με την οδηγία της Μέρκελ να χρησιμοποιηθεί η γερμανική επενδυτική τράπεζα KfW ως μοχλός για την ανάπτυξη της επόμενης ημέρας στη χειμαζόμενη Ελλάδα. Η δημιουργία του χρηματοδοτικού εργαλείου με το όνομα «Ελλάδα» στο πλαίσιο του προγράμματος «Δάνεια για επιχειρήσεις» της γερμανικής επενδυτικής τράπεζας μπορεί να υπάρχει στα χαρτιά, αλλά δύσκολα θα λειτουργήσει στην πράξη αν δεν υπάρχει ένας Έλληνας (αλλά αυστηρά ελεγχόμενος) εταίρος που να προωθήσει τα όποια κονδύλια στην αγορά. Πολλοί λοιπόν βλέπουν την εμπλοκή της Deutsche Bank να εξυπηρετεί και αυτόν τον ρόλο: τον συνέταιρο της KfW στην Ελλάδα.
Εάν συνυπολογίσουμε ότι η KfW θα παράσχει τεχνογνωσία με στόχο τη δημιουργία αντίστοιχης ελληνικής επενδυτικής αναπτυξιακής τράπεζας, η εικόνα μας φωτίζεται ακόμη περισσότερο. Και καθώς η Γερμανία θα στηρίξει την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για ενίσχυση της χρηματοδότησης των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθώς και της χρηματοδότησης μέσω των διαρθρωτικών ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σαφές γιατί χρειάζεται η «κάθοδος» της Deutsche Bank στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου