Η βασική ανισότητα στην κατανομή του πλούτου μεταξύ όσων διαχειρίζονται υψηλές συγκεντρώσεις κεφαλαίου και των άλλων, που είναι κυρίως οι μισθωτοί και οι μικροί επαγγελματίες, αποτελεί και για την Ελλάδα ένα κοινό με τις άλλες χώρες πρότυπο. Υπάρχουν, όμως, δύο μεγάλες διαφορές. Η πρώτη βρίσκεται στο γεγονός ότι οι περισσότερες ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες κατάφεραν, κατόπιν συστηματικής προσπάθειας, να εξαλείψουν ένα μεγάλο μέρος της αδικίας που χαρακτηρίζει το σύστημα. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες διορθώνουν σε σπουδαίο βαθμό τις ακραίες αδικίες και διαθέτουν ένα επαρκές δίκτυο αλληλεγγύης. Η Ελλάδα δεν κατορθώνει, παρά την ένταση της φορολογικής επιβάρυνσης, καμία ουσιαστική διόρθωση των κοινωνικών αδικιών. Ούτε κοινωνική πολιτική διαθέτει επειδή το κράτος σκορπά επιδόματα.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι μεγάλες ευρωπαϊκές κοινωνίες (ακόμη και στα μικρότερα κράτη) είναι σχετικά ομοιογενείς. Δεν υπάρχουν διαφορές απέναντι στον νόμο και τον έφορο, ανάμεσα στα εισοδήματα εξαρτημένης εργασίας και όσων «κερδίζουν τη ζωή τους» ως ανεξάρτητοι επαγγελματίες, δηλαδή, από πρακτικής απόψεως, ως μικροί και μεσαίοι επαγγελματίες.
Το προηγούμενο εξηγεί τη δεύτερη μεγάλη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Κεντρικής Ευρώπης. Στη χώρα μας, το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που πηγαίνει σε όσους εργάζονται με συμφωνία εξαρτημένης εργασίας, πρακτικώς το μερίδιο των μισθωτών, είναι πολύ μικρότερο από το ανάλογο των κεντρικών ευρωπαϊκών κρατών. Αντιθέτως, το μερίδιο όλων των ελευθέρων επαγγελματιών και των επιχειρηματιών είναι εντυπωσιακά μεγάλο. Γνωρίζαμε ότι η κατανομή αυτή εμποδίζει την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Γνωρίζουμε τώρα ότι εμποδίζει καθοριστικά και το ξεπέρασμα της κρίσης.
Οι πολίτες, που δεν έχουν τίποτε άλλο να πωλήσουν παρά τη μισθωτή εργασία τους, είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να μειώνεται εξωφρενικά. Βεβαίως, αυτό είναι γνωστό. Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι ότι αυτό δεν συνέβη για το υπόλοιπο κομμάτι στη διανομή της πίτας του εθνικού εισοδήματος. Μπορεί να κλείνουν μαγαζιά, αλλά το μερίδιο της εθνικής πίτας που καταλήγει στους επαγγελματίες και επιχειρηματίες μεγάλωσε μεταξύ 2008 και 2011. Αναρωτιέται κανείς αν γι’ αυτόν τον λόγο οι πολιτικοί μας αφήνουν ανέγγιχτα τα κλειστά επαγγέλματα, τα περιθώρια κέρδους, ενώ ανέχονται μια τερατώδη ανεργία. Παρά τα «ψεύτικα δάκρυα», η πολιτική που ακολουθούν αφήνει «να πεινάσουν οι πεινασμένοι». Γεγονός που δικαιολογημένα καλλιεργεί την οργή. Και όχι, βεβαίως, η κατάργηση των προνομίων ολίγων επαγγελμάτων. Χρειαζόμαστε οξύτερο ανταγωνισμό και σωστή αμοιβή της σκληρής εργασίας των μισθωτών.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι μεγάλες ευρωπαϊκές κοινωνίες (ακόμη και στα μικρότερα κράτη) είναι σχετικά ομοιογενείς. Δεν υπάρχουν διαφορές απέναντι στον νόμο και τον έφορο, ανάμεσα στα εισοδήματα εξαρτημένης εργασίας και όσων «κερδίζουν τη ζωή τους» ως ανεξάρτητοι επαγγελματίες, δηλαδή, από πρακτικής απόψεως, ως μικροί και μεσαίοι επαγγελματίες.
Το προηγούμενο εξηγεί τη δεύτερη μεγάλη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Κεντρικής Ευρώπης. Στη χώρα μας, το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που πηγαίνει σε όσους εργάζονται με συμφωνία εξαρτημένης εργασίας, πρακτικώς το μερίδιο των μισθωτών, είναι πολύ μικρότερο από το ανάλογο των κεντρικών ευρωπαϊκών κρατών. Αντιθέτως, το μερίδιο όλων των ελευθέρων επαγγελματιών και των επιχειρηματιών είναι εντυπωσιακά μεγάλο. Γνωρίζαμε ότι η κατανομή αυτή εμποδίζει την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Γνωρίζουμε τώρα ότι εμποδίζει καθοριστικά και το ξεπέρασμα της κρίσης.
Οι πολίτες, που δεν έχουν τίποτε άλλο να πωλήσουν παρά τη μισθωτή εργασία τους, είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να μειώνεται εξωφρενικά. Βεβαίως, αυτό είναι γνωστό. Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι ότι αυτό δεν συνέβη για το υπόλοιπο κομμάτι στη διανομή της πίτας του εθνικού εισοδήματος. Μπορεί να κλείνουν μαγαζιά, αλλά το μερίδιο της εθνικής πίτας που καταλήγει στους επαγγελματίες και επιχειρηματίες μεγάλωσε μεταξύ 2008 και 2011. Αναρωτιέται κανείς αν γι’ αυτόν τον λόγο οι πολιτικοί μας αφήνουν ανέγγιχτα τα κλειστά επαγγέλματα, τα περιθώρια κέρδους, ενώ ανέχονται μια τερατώδη ανεργία. Παρά τα «ψεύτικα δάκρυα», η πολιτική που ακολουθούν αφήνει «να πεινάσουν οι πεινασμένοι». Γεγονός που δικαιολογημένα καλλιεργεί την οργή. Και όχι, βεβαίως, η κατάργηση των προνομίων ολίγων επαγγελμάτων. Χρειαζόμαστε οξύτερο ανταγωνισμό και σωστή αμοιβή της σκληρής εργασίας των μισθωτών.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου