Σπύρος Παπαγιάννης
Στην τελική της φάση φαίνεται πως μπαίνει η οικονομική κρίση, όπου όσοι θέλουν να σωθούν θα μπαίνουν σε ελικόπτερα για να διαφύγουν στο εξωτερικό.
Τώρα ήδη φεύγουν οι νέοι, τελευταίοι θα φύγουν οι πολιτικοί, όταν αυτοί που θα μείνουν δεν θα ’χουν τίποτε πλέον για να χάσουν και δεν θα ζητούν παρά μόνο εκδίκηση.
Στα πολιτικά ερείπια της εθνικής κυριαρχίας, ο λαοπρόβλητος πρωθυπουργός του ενός, δύο ή τριών κομμάτων δεν μπορεί να διαβεβαιώσει τον
λαό για τίποτε, παρά μόνο πως θα προσπαθήσει να διαπραγματευθεί με τους αγάδες του χρήματος κάποια ψιλά ελεημοσύνης για τους ραγιάδες του ευρώ.
Υπόσχεται λοιπόν πως θα τους παρακαλέσει και θα τους ξαναπαρακαλέσει, μέχρι να τους πρήξει στα παρακάλια και να τους κάνει να τον βαρεθούν και να του δώσουν κάτι για να μην τον ακούνε. Βέβαια πολιτικός καμικάζι που να αυτοκτονήσει για να συγκινήσει τους ευσυγκίνητους δεν βρέθηκε ακόμη, αν και ένας τέτοιος μόνο θα μπορούσε αυτήν την στιγμή να αλλάξει τα ψυχρά, στις συνθήκες του απολύτου μηδενός, πνεύματα της δύσης.
Και είναι η μοίρα των λαών της περιφέρειας να μάθουν στο πετσί τους πως διοικούνται οι αυτοκρατορίες, ακόμα και οι πιο φιλελεύθερες, όταν τις πάρει η κάτω βόλτα και πόσο λίγο κόφτει τους αυτοκράτορες του χρήματος και τους τραπεζίτες για το ποιος ζεί ή πεθαίνει στην πρώτη γραμμή της κοινωνικής καταστροφής.
Η ελπίδα μιας αντιμνημονιακής κυβέρνησης που θα οχυρώνονταν πίσω από την δημοκρατική έκφραση του λαού, που δεν θα νομιμοποιούσε τα τετελεσμένα της εξαμηνιαίας απαλλοτρίωσης της εθνικής κυριαρχίας και της κατάλυσης της εθνικής ασυλίας του δημόσιου πλούτου από την κυβέρνηση Παπαδήμου, δεν ευδοκίμησε.
Ο άνεμος της αλλαγής, όσο ψευδαισθητική και αν θα ήταν αυτή, δεν φύσηξε, μπήκε απλώς στο ψυγείο για ένα μέλλον στο οποίο δεν θα έχουν στο εξής λόγο μόνο οι Έλληνες, μα και οι Γερμανοί. Ο Πλαστήρας της νέας εν εξελίξει εισέτι Ελληνικής καταστροφής, δεν βγήκε τελικά από το πολιτικό αυγό του, ίσως γιατί κι’ αυτή δεν πήρε ακόμη την τελική μορφή της και αυτό μπορεί να καθησύχασε προσωρινά τους διεθνείς και ντόπιους κεφαλαιούχους, από την άλλη όμως δεν ταρακούνησε κανέναν και ούτε έβγαλε το κολλημένο σύστημα από την πρίζα για ένα νέο ξεκίνημα, με όλους τους κινδύνους που αυτό ίσως θα συνεπάγονταν.
Μένουμε λοιπόν στην ίδια κατάσταση, περιμένοντας στο Σαγγάρειο κάποιοι να μας λυπηθούν, να λογικευθούν και να εξανθρωπισθούν. Μπαίνοντας η ελπίδα του Σύριζα στο πολιτικό ψυγείο της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν θα φουσκώνει, όπως θα ήταν λογικό κανείς να περιμένει, μα θα φαντάζει κι΄ αυτή όλο και πιο ουτοπική και ανέφικτη από την στιγμή που η εθνική υποτέλεια επισημοποιήθηκε και το λαϊκό βέτο, ως μη τελικά υποβληθέν, διά παντός ακυρώθηκε.
Η αξιωματική αντιπολίτευση από την άλλη ενός πολιτικού προτεκτοράτου, όσο δημοκρατικό και αν είναι αυτό, μοιάζει να μην έχει λόγο ύπαρξης. ΄Όταν το κυβερνητικό έργο εξαρτάται εν πολλοίς από το πόσο επίμονη και παρακλητική θα είναι η κυβερνητική πολιτική προς τους ξένους επικυρίαρχους, τι θα επικαλείται η αξιωματική αντιπολίτευση;, Το πόσο πιο πειστική θα ήταν αυτή, ή πιο εκβιαστική στη θέση εκείνης; πόσο μάλλον που εκβιασμοί στο μέλλον δεν θα χωρούν, καθώς η εθνική κυριαρχία μια φορά παραχωρείται. Και όταν ο εθνικός πλούτος διαμοιρασθεί σαν την τέφρα των πεθαμένων στους πέντε ανέμους, ποιός στο μέλλον θα μπορεί να την μαζέψει πίσω και με τι χρήματα, για να αναστηλώσει τα ερείπια της Ελληνικής επικράτειας και να κάνει πολιτικά όνειρα για ένα άλλο μέλλον, από την στιγμή που το μέλλον αυτό δεν θα μπορεί με κανένα τρόπο να έχει την αφετηρία του στην Ελλάδα, μα θα την περιμένει από το εξωτερικό, από μια νέα πιθανώς Γαλλική επανάσταση και από έναν νέο Ναπολέοντα;
Πολιτικά τελειώσαμε λοιπόν και δεν φαίνεται πιθανό να θέλει κανείς στο μέλλον να ξαναγίνουν εκλογές, που όταν θα γίνουν αυτές δεν θα υπάρχει εκ των πραγμάτων καμμία δυνατότητα άλλης πολιτικής. Το πολιτικό μέλλον θα ανήκει του λοιπού στους εξτρεμιστές, στους επαναστάτες και στην πολιτικοοικονομική αναδιάρθρωση ενός πιθανού μεγάλου πολέμου. Το ΚΚΕ που εξ’ αρχής είχε προείδει πόσο επωφελής θα ήταν για την επαναστατική διάθεση του λαού η κατάλυση της άμεσης πολιτικής κυριαρχίας του πολιτικού κατεστημένου του, την νέα αυτή εποχή, της τηλεκατευθυνόμενης εκ Βερολίνου διακυβέρνησης της χώρας, μπορεί να επιχαίρει, διότι θα δικαιώνεται που δεν ανεμίχθη σαν τον Σύριζα με τα πολιτικά πίτυρα.
Μόνο που δεν θα δικαιώνεται που δεν έδωσε ένα χεράκι για να φύγουν αυτά τα πίτυρα από το πολιτικό προσκήνιο και δεν θα δικαιώνεται που θα παραμένει μαζί τους, έστω και σε απόσταση ασφαλείας, στο περιορισμένων πλέον, παρακλητικών περισσότερο αρμοδιοτήτων, Ελληνικό κοινοβούλιον.
Αλήθεια τι γυρεύουν στο κοινοβούλιο των ραγιάδων οι πάλαι ποτέ καπεταναίοι των βουνών; και τι παριστάνουν, τις ερινύες μήπως του απεκδυμένου εκ των πολιτικών ευθυνών του, τραπεζοπολιτικού κατεστημένου;
Το εγέρθητω όμως των συνειδήσεων μπορεί να πάρει και άλλους δρόμους, της γειτονιάς, πολύ πιο κοντινούς από εκείνον της διεθνούς επανάστασης των άγνωστων μεταξύ τους λαών. Και αν το κοινοβούλιο το πάρουν μαζί τους κάποια στιγμή τα ελικόπτερα για να το πάνε κάπου αλλού, όπως το πήγαν το ΄40 στην μέση Ανατολή, τι θα κάνει το κόμμα του λαού, θα ακολουθήσει την μοίρα του κοινοβουλίου, ή θα απεξαρτηθεί τελικά απ’ αυτό κι’ από τα ευρώ του, για να μείνει σαν τον Χρυσόστομο της Σμύρνης κοντά στον λαό της δραχμής;
Το κοινοβούλιο όμως προσφέρει την δυνατότητα σε όλους να είναι κάτι σε σχέση με κάποιους άλλους, παρά κάτι ουσιαστικό, σε σχέση με κάποια απόλυτα αντικειμενικά κριτήρια. Και είναι σε αυτό το επίπεδο της κοινοβουλευτικής πολιτικής σχετικότητος που πέρασε κάθε κόκκινο όριο στο κοντέρ της μέτρησής της, η επαναστατικότητα του ΚΚΕ, που χάνει όμως τον δυναμισμό της μόλις βρεθεί στην μοναξιά του βουνού, η και του καθρέπτη ακόμη.. Ψάχνοντας λοιπόν η χώρα να βρεί την ταυτότητά της και την πολιτική της μοίρα ταξιδεύει με το μνημονιακό πολιτικό κατεστημένο της σε ρόλο Οδυσσέα από τα Βαλκάνια, στην Ρουμανία, στις Βαλτικές χώρες της Λεττονίας και Εσθονίας, μέχρι την Νιγηρία, την Ινδία και το Βιετνάμ. Βέβαια κάποιοι ελπίζουν, πως όπως η γή είναι στρογγυλή μπορεί μια μέρα να βρεθούμε πίσω στην Ιθάκη, που μπορεί να είχε και στην μυθολογία πολλούς μνηστήρες, διέθετε όμως μία πιστή σύζυγο για την επομένη ημέρα και έναν πιστό σκύλο, κάτι σαν τον Λουκάνικο, τον Αργος.
Χρειαζόμαστε λοιπόν κάποιους που θα αποδείξουν πως θα είναι κοντά στον λαό και την επομένη μέρα, όποια και αν είναι αυτή, χωρίς την βοήθεια χωροφυλάκων. Και στο τέλος ίσως μετά από όλο αυτό το ταξίδι να ξαναανακαλύψουμε όχι μόνο την Ιθάκη, μα και τους εαυτούς μας και την ομορφιά που έχει η πρόκληση της περιπλάνησης προς την προσωπική, μα και εθνική μας ταυτόχρονα αυτογνωσία,
Όπως λοιπόν, βάσει του συνδρόμου της Στοκχόλμης κάποιοι δεν μπορούν να κάνουν χωρίς Ευρωπαϊκή Ένωση, ευρώ, μνημόνια, πολιτική υποτέλεια, κομματική πειθαρχία, ΚΚΕ, πολυπολιτισμό και λαθρομετανάστες, το ίδιο και εμείς νιώθουμε πως η Ελλάδα που θα πέθαινε σίγουρα από την γλυκειά νάρκη του καταναλωτισμού, έχει κάποια ελπίδα να βρεί στην θάλασσα των πελαγοδρομιών της το πνεύμα των προγόνων της και της χριστιανικής αλληλεγγύης.
Ότι λάμπει δεν είναι χρυσός και ο χρυσός δεν φέρνει την ευτυχία, αλλά η αναγνώριση των άλλων και η αναγνώριση αυτή διαφέρει πολύ από την προσδοκίες ή τα εξαρτημένα ανακλαστικά που υπαγορεύουν τις ψήφους τους.
Σόλων Σόλων ανεφώνησε την ώρα του επικείμενου τέλους του ο Κροίσος.
Σόλων Σόλων αναφωνούμε και εμείς, προσδοκώντας την μέρα που οι Κροίσοι που διοικούν αυτόν τον τόπο θα επιζητήσουν να βρούν ένα τέλος σαν του Σόλωνα, παρά σαν εκείνο του Κροίσου.
Και το δίδυμο Κροίσου και Σόλωνα ας έχουν στην άκρη του μυαλού τους οι πολιτικοί μας και το μηδένα προ του τέλους μακάριζε, για να γίνουν κάτι περισσότερο από απλοί Κροίσοι, την ώρα της κρίσης και παρά την κρίση, πλησιάζοντας λίγο προς την αρετή και την σοφία του αξιομνημόνευτου, άνευ μνημονίων, Σόλωνα.
Και την ώρα αυτή της ορκωμοσίας του 13ου μεταδικτατορικού πρωθυπουργού της χώρας, μα του τέταρτου μνημονιακού, που έγινε τελικά πρωθυπουργός παρά την αυτοτρικλοποδιά του, αυτό του ευχόμαστε να θυμάται, το ρητό του Σόλωνα, «το μηδένα προ του τέλους μακάριζε και φυσικά όχι μόνο του βιολογικού τέλους, μα και του πολιτικού τοιούτου» και όπως το μακάριζε ταιριάζει με το μασκάριζε και η εξουσία αναδεικνύει τον άνδρα, ας συνειδητοποιήσει πως στην εξουσία πέφτουν τελικά οι μάσκες και ξεγυμνώνονται οι μακάριοι μασκαράδες.
Στην τελική της φάση φαίνεται πως μπαίνει η οικονομική κρίση, όπου όσοι θέλουν να σωθούν θα μπαίνουν σε ελικόπτερα για να διαφύγουν στο εξωτερικό.
Τώρα ήδη φεύγουν οι νέοι, τελευταίοι θα φύγουν οι πολιτικοί, όταν αυτοί που θα μείνουν δεν θα ’χουν τίποτε πλέον για να χάσουν και δεν θα ζητούν παρά μόνο εκδίκηση.
Στα πολιτικά ερείπια της εθνικής κυριαρχίας, ο λαοπρόβλητος πρωθυπουργός του ενός, δύο ή τριών κομμάτων δεν μπορεί να διαβεβαιώσει τον
λαό για τίποτε, παρά μόνο πως θα προσπαθήσει να διαπραγματευθεί με τους αγάδες του χρήματος κάποια ψιλά ελεημοσύνης για τους ραγιάδες του ευρώ.
Υπόσχεται λοιπόν πως θα τους παρακαλέσει και θα τους ξαναπαρακαλέσει, μέχρι να τους πρήξει στα παρακάλια και να τους κάνει να τον βαρεθούν και να του δώσουν κάτι για να μην τον ακούνε. Βέβαια πολιτικός καμικάζι που να αυτοκτονήσει για να συγκινήσει τους ευσυγκίνητους δεν βρέθηκε ακόμη, αν και ένας τέτοιος μόνο θα μπορούσε αυτήν την στιγμή να αλλάξει τα ψυχρά, στις συνθήκες του απολύτου μηδενός, πνεύματα της δύσης.
Και είναι η μοίρα των λαών της περιφέρειας να μάθουν στο πετσί τους πως διοικούνται οι αυτοκρατορίες, ακόμα και οι πιο φιλελεύθερες, όταν τις πάρει η κάτω βόλτα και πόσο λίγο κόφτει τους αυτοκράτορες του χρήματος και τους τραπεζίτες για το ποιος ζεί ή πεθαίνει στην πρώτη γραμμή της κοινωνικής καταστροφής.
Η ελπίδα μιας αντιμνημονιακής κυβέρνησης που θα οχυρώνονταν πίσω από την δημοκρατική έκφραση του λαού, που δεν θα νομιμοποιούσε τα τετελεσμένα της εξαμηνιαίας απαλλοτρίωσης της εθνικής κυριαρχίας και της κατάλυσης της εθνικής ασυλίας του δημόσιου πλούτου από την κυβέρνηση Παπαδήμου, δεν ευδοκίμησε.
Ο άνεμος της αλλαγής, όσο ψευδαισθητική και αν θα ήταν αυτή, δεν φύσηξε, μπήκε απλώς στο ψυγείο για ένα μέλλον στο οποίο δεν θα έχουν στο εξής λόγο μόνο οι Έλληνες, μα και οι Γερμανοί. Ο Πλαστήρας της νέας εν εξελίξει εισέτι Ελληνικής καταστροφής, δεν βγήκε τελικά από το πολιτικό αυγό του, ίσως γιατί κι’ αυτή δεν πήρε ακόμη την τελική μορφή της και αυτό μπορεί να καθησύχασε προσωρινά τους διεθνείς και ντόπιους κεφαλαιούχους, από την άλλη όμως δεν ταρακούνησε κανέναν και ούτε έβγαλε το κολλημένο σύστημα από την πρίζα για ένα νέο ξεκίνημα, με όλους τους κινδύνους που αυτό ίσως θα συνεπάγονταν.
Μένουμε λοιπόν στην ίδια κατάσταση, περιμένοντας στο Σαγγάρειο κάποιοι να μας λυπηθούν, να λογικευθούν και να εξανθρωπισθούν. Μπαίνοντας η ελπίδα του Σύριζα στο πολιτικό ψυγείο της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν θα φουσκώνει, όπως θα ήταν λογικό κανείς να περιμένει, μα θα φαντάζει κι΄ αυτή όλο και πιο ουτοπική και ανέφικτη από την στιγμή που η εθνική υποτέλεια επισημοποιήθηκε και το λαϊκό βέτο, ως μη τελικά υποβληθέν, διά παντός ακυρώθηκε.
Η αξιωματική αντιπολίτευση από την άλλη ενός πολιτικού προτεκτοράτου, όσο δημοκρατικό και αν είναι αυτό, μοιάζει να μην έχει λόγο ύπαρξης. ΄Όταν το κυβερνητικό έργο εξαρτάται εν πολλοίς από το πόσο επίμονη και παρακλητική θα είναι η κυβερνητική πολιτική προς τους ξένους επικυρίαρχους, τι θα επικαλείται η αξιωματική αντιπολίτευση;, Το πόσο πιο πειστική θα ήταν αυτή, ή πιο εκβιαστική στη θέση εκείνης; πόσο μάλλον που εκβιασμοί στο μέλλον δεν θα χωρούν, καθώς η εθνική κυριαρχία μια φορά παραχωρείται. Και όταν ο εθνικός πλούτος διαμοιρασθεί σαν την τέφρα των πεθαμένων στους πέντε ανέμους, ποιός στο μέλλον θα μπορεί να την μαζέψει πίσω και με τι χρήματα, για να αναστηλώσει τα ερείπια της Ελληνικής επικράτειας και να κάνει πολιτικά όνειρα για ένα άλλο μέλλον, από την στιγμή που το μέλλον αυτό δεν θα μπορεί με κανένα τρόπο να έχει την αφετηρία του στην Ελλάδα, μα θα την περιμένει από το εξωτερικό, από μια νέα πιθανώς Γαλλική επανάσταση και από έναν νέο Ναπολέοντα;
Πολιτικά τελειώσαμε λοιπόν και δεν φαίνεται πιθανό να θέλει κανείς στο μέλλον να ξαναγίνουν εκλογές, που όταν θα γίνουν αυτές δεν θα υπάρχει εκ των πραγμάτων καμμία δυνατότητα άλλης πολιτικής. Το πολιτικό μέλλον θα ανήκει του λοιπού στους εξτρεμιστές, στους επαναστάτες και στην πολιτικοοικονομική αναδιάρθρωση ενός πιθανού μεγάλου πολέμου. Το ΚΚΕ που εξ’ αρχής είχε προείδει πόσο επωφελής θα ήταν για την επαναστατική διάθεση του λαού η κατάλυση της άμεσης πολιτικής κυριαρχίας του πολιτικού κατεστημένου του, την νέα αυτή εποχή, της τηλεκατευθυνόμενης εκ Βερολίνου διακυβέρνησης της χώρας, μπορεί να επιχαίρει, διότι θα δικαιώνεται που δεν ανεμίχθη σαν τον Σύριζα με τα πολιτικά πίτυρα.
Μόνο που δεν θα δικαιώνεται που δεν έδωσε ένα χεράκι για να φύγουν αυτά τα πίτυρα από το πολιτικό προσκήνιο και δεν θα δικαιώνεται που θα παραμένει μαζί τους, έστω και σε απόσταση ασφαλείας, στο περιορισμένων πλέον, παρακλητικών περισσότερο αρμοδιοτήτων, Ελληνικό κοινοβούλιον.
Αλήθεια τι γυρεύουν στο κοινοβούλιο των ραγιάδων οι πάλαι ποτέ καπεταναίοι των βουνών; και τι παριστάνουν, τις ερινύες μήπως του απεκδυμένου εκ των πολιτικών ευθυνών του, τραπεζοπολιτικού κατεστημένου;
Το εγέρθητω όμως των συνειδήσεων μπορεί να πάρει και άλλους δρόμους, της γειτονιάς, πολύ πιο κοντινούς από εκείνον της διεθνούς επανάστασης των άγνωστων μεταξύ τους λαών. Και αν το κοινοβούλιο το πάρουν μαζί τους κάποια στιγμή τα ελικόπτερα για να το πάνε κάπου αλλού, όπως το πήγαν το ΄40 στην μέση Ανατολή, τι θα κάνει το κόμμα του λαού, θα ακολουθήσει την μοίρα του κοινοβουλίου, ή θα απεξαρτηθεί τελικά απ’ αυτό κι’ από τα ευρώ του, για να μείνει σαν τον Χρυσόστομο της Σμύρνης κοντά στον λαό της δραχμής;
Το κοινοβούλιο όμως προσφέρει την δυνατότητα σε όλους να είναι κάτι σε σχέση με κάποιους άλλους, παρά κάτι ουσιαστικό, σε σχέση με κάποια απόλυτα αντικειμενικά κριτήρια. Και είναι σε αυτό το επίπεδο της κοινοβουλευτικής πολιτικής σχετικότητος που πέρασε κάθε κόκκινο όριο στο κοντέρ της μέτρησής της, η επαναστατικότητα του ΚΚΕ, που χάνει όμως τον δυναμισμό της μόλις βρεθεί στην μοναξιά του βουνού, η και του καθρέπτη ακόμη.. Ψάχνοντας λοιπόν η χώρα να βρεί την ταυτότητά της και την πολιτική της μοίρα ταξιδεύει με το μνημονιακό πολιτικό κατεστημένο της σε ρόλο Οδυσσέα από τα Βαλκάνια, στην Ρουμανία, στις Βαλτικές χώρες της Λεττονίας και Εσθονίας, μέχρι την Νιγηρία, την Ινδία και το Βιετνάμ. Βέβαια κάποιοι ελπίζουν, πως όπως η γή είναι στρογγυλή μπορεί μια μέρα να βρεθούμε πίσω στην Ιθάκη, που μπορεί να είχε και στην μυθολογία πολλούς μνηστήρες, διέθετε όμως μία πιστή σύζυγο για την επομένη ημέρα και έναν πιστό σκύλο, κάτι σαν τον Λουκάνικο, τον Αργος.
Χρειαζόμαστε λοιπόν κάποιους που θα αποδείξουν πως θα είναι κοντά στον λαό και την επομένη μέρα, όποια και αν είναι αυτή, χωρίς την βοήθεια χωροφυλάκων. Και στο τέλος ίσως μετά από όλο αυτό το ταξίδι να ξαναανακαλύψουμε όχι μόνο την Ιθάκη, μα και τους εαυτούς μας και την ομορφιά που έχει η πρόκληση της περιπλάνησης προς την προσωπική, μα και εθνική μας ταυτόχρονα αυτογνωσία,
Όπως λοιπόν, βάσει του συνδρόμου της Στοκχόλμης κάποιοι δεν μπορούν να κάνουν χωρίς Ευρωπαϊκή Ένωση, ευρώ, μνημόνια, πολιτική υποτέλεια, κομματική πειθαρχία, ΚΚΕ, πολυπολιτισμό και λαθρομετανάστες, το ίδιο και εμείς νιώθουμε πως η Ελλάδα που θα πέθαινε σίγουρα από την γλυκειά νάρκη του καταναλωτισμού, έχει κάποια ελπίδα να βρεί στην θάλασσα των πελαγοδρομιών της το πνεύμα των προγόνων της και της χριστιανικής αλληλεγγύης.
Ότι λάμπει δεν είναι χρυσός και ο χρυσός δεν φέρνει την ευτυχία, αλλά η αναγνώριση των άλλων και η αναγνώριση αυτή διαφέρει πολύ από την προσδοκίες ή τα εξαρτημένα ανακλαστικά που υπαγορεύουν τις ψήφους τους.
Σόλων Σόλων ανεφώνησε την ώρα του επικείμενου τέλους του ο Κροίσος.
Σόλων Σόλων αναφωνούμε και εμείς, προσδοκώντας την μέρα που οι Κροίσοι που διοικούν αυτόν τον τόπο θα επιζητήσουν να βρούν ένα τέλος σαν του Σόλωνα, παρά σαν εκείνο του Κροίσου.
Και το δίδυμο Κροίσου και Σόλωνα ας έχουν στην άκρη του μυαλού τους οι πολιτικοί μας και το μηδένα προ του τέλους μακάριζε, για να γίνουν κάτι περισσότερο από απλοί Κροίσοι, την ώρα της κρίσης και παρά την κρίση, πλησιάζοντας λίγο προς την αρετή και την σοφία του αξιομνημόνευτου, άνευ μνημονίων, Σόλωνα.
Και την ώρα αυτή της ορκωμοσίας του 13ου μεταδικτατορικού πρωθυπουργού της χώρας, μα του τέταρτου μνημονιακού, που έγινε τελικά πρωθυπουργός παρά την αυτοτρικλοποδιά του, αυτό του ευχόμαστε να θυμάται, το ρητό του Σόλωνα, «το μηδένα προ του τέλους μακάριζε και φυσικά όχι μόνο του βιολογικού τέλους, μα και του πολιτικού τοιούτου» και όπως το μακάριζε ταιριάζει με το μασκάριζε και η εξουσία αναδεικνύει τον άνδρα, ας συνειδητοποιήσει πως στην εξουσία πέφτουν τελικά οι μάσκες και ξεγυμνώνονται οι μακάριοι μασκαράδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου