Κοιτάξτε πώς στην περίπτωση του Ακη Τσοχατζόπουλου αποδεικνύεται ότι οι αρχικές εντυπώσεις ήταν οι σωστές. Οι παλαιότεροι οπωσδήποτε θυμούνται τη θυμηδία που προκαλούσε ο άλλοτε πανίσχυρος υπουργός -και σήμερα υπόδικος στη λουξ θέση του Κορυδαλλού- όταν πρωτοεμφανίσθηκε στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής του τόπου. Ηταν το 1981, η εποχή της κυβερνητικής απειρίας του ΠΑΣΟΚ και ο Ακης, με την αδικαιολόγητη υπεροψία του ύφους, με την τυφλή υπακοή στον «Μεγάλο» και τον γελοίο στόμφο με τον οποίο έντυνε τις ελληνικούρες της πασοκικής κοινής,φάνταζε ως χαρακτήρας στα όρια του κωμικού. Στους περισσότερους της άλλης πλευράς, των ηττημένων του 1981, περνούσε ως μάλλον κουτός ή, στην επιεικέστερη εκδοχή, ως ελαφρά περίπτωση.
Η πάροδος του χρόνου, σε συνδυασμό με τη μετάλλαξη της νοοτροπίας του ελληνικού λαού, σταδιακά διέψευσαν την αρχική εντύπωση. Ο Ακης συγκέντρωσε στο πρόσωπό του τεράστια πολιτική ισχύ και πλούτο. (Ολοι καταλάβαιναν τι συνέβαινε με τα εξοπλιστικά, έστω και αν δεν μπορούσαν να το αποδείξουν...) Η δε κοινή γνώμη, εκμαυλισμένη κατά τρόπο ώστε να θεωρεί υψίστη αξία τον εύκολο και γρήγορο πλουτισμό -την περιώνυμη αρπαχτή-, άρχισε να βλέπει τον Ακη με θαυμασμό. Σε μια εποχή που το βιοτικό επίπεδο ανέβαινε διαρκώς και κανείς δεν ρωτούσε πώς ήταν αυτό δυνατόν, που ο παράδεισος είχε δημιουργηθεί επί της Γης, ήταν προσβάσιμος σε όλους και λεγόταν «Μύκονος», ενώ η πολιτική είχε εξαχρειωθεί στο νεαντερτάλειο επίπεδο της πλειοδοσίας παροχών, ο Ακης ήταν μία θεότητα της πασοκαρίας, υπόδειγμα του «Greek dream» και πρόσωπο σεβαστό για τους πολλούς, παρά τις υποψίες μιας σκοτεινής πλευράς - ή, ενδεχομένως, και εξαιτίας των υποψιών αυτών.
Υστερα ήλθε η πτώση και τα όσα κωμικοτραγικά πληροφορούμεθα, τώρα, από τον Τύπο: Τα ανορθόγραφα και ασυνάρτητα παραληρήματα στο ημερολόγιό του· η σχολαστική αρχειοθέτηση των εις βάρος του ενοχοποιητικών στοιχείων, που αναπόφευκτα παραπέμπει στη συνήθεια των κατά συρροήν δολοφόνων να συλλέγουν τρόπαια από τα θύματά τους· διόλου ευκαταφρόνητη και η καταγραφή της αλόγιστης σπατάλης σημαντικών ποσών στον βωμό μιας υστερικής ματαιοδοξίας. Το κύμα της οργής, που φουσκώνει καθώς εν καιρώ χρεοκοπίας μελετούμε το πάθος του Ακη για πανάκριβα ακίνητα και μεγαλεία, δεν αρκεί όμως για να σκεπάσει την κωμική πλευρά του θέματος. Ολα μαζί συνδυαζόμενα γεννούν ένα ερώτημα, το οποίο έχω ακούσει να τίθεται από πολλούς και πολύ διαφορετικούς ανθρώπους: «Μα καλά, βρε παιδάκι μου, τέτοιος βλάκας ήταν;»
Δεν ξέρω αν ήταν βλακεία. Ηταν, πάντως, άγνοια - που μέσα στο πλαίσιο των παραγόντων της πτώσης του μπορεί να ισοδυναμεί και με τη βλακεία. Στοιχειώδης άγνοια και απύθμενο θράσος, λοιπόν. Είναι οι ιδιότητες που χρειάζονταν για να «προκόψει» κάποιος στην Ελλαδάρα κατά την εποχή της αστακομακαρονάδας - όπως επίσης και για να καταστραφεί. Αυτό διδάχθηκα εγώ από την άνοδο και την πτώση του «ωραίου Μπρούμελ» της πασοκαρίας.
Η πάροδος του χρόνου, σε συνδυασμό με τη μετάλλαξη της νοοτροπίας του ελληνικού λαού, σταδιακά διέψευσαν την αρχική εντύπωση. Ο Ακης συγκέντρωσε στο πρόσωπό του τεράστια πολιτική ισχύ και πλούτο. (Ολοι καταλάβαιναν τι συνέβαινε με τα εξοπλιστικά, έστω και αν δεν μπορούσαν να το αποδείξουν...) Η δε κοινή γνώμη, εκμαυλισμένη κατά τρόπο ώστε να θεωρεί υψίστη αξία τον εύκολο και γρήγορο πλουτισμό -την περιώνυμη αρπαχτή-, άρχισε να βλέπει τον Ακη με θαυμασμό. Σε μια εποχή που το βιοτικό επίπεδο ανέβαινε διαρκώς και κανείς δεν ρωτούσε πώς ήταν αυτό δυνατόν, που ο παράδεισος είχε δημιουργηθεί επί της Γης, ήταν προσβάσιμος σε όλους και λεγόταν «Μύκονος», ενώ η πολιτική είχε εξαχρειωθεί στο νεαντερτάλειο επίπεδο της πλειοδοσίας παροχών, ο Ακης ήταν μία θεότητα της πασοκαρίας, υπόδειγμα του «Greek dream» και πρόσωπο σεβαστό για τους πολλούς, παρά τις υποψίες μιας σκοτεινής πλευράς - ή, ενδεχομένως, και εξαιτίας των υποψιών αυτών.
Υστερα ήλθε η πτώση και τα όσα κωμικοτραγικά πληροφορούμεθα, τώρα, από τον Τύπο: Τα ανορθόγραφα και ασυνάρτητα παραληρήματα στο ημερολόγιό του· η σχολαστική αρχειοθέτηση των εις βάρος του ενοχοποιητικών στοιχείων, που αναπόφευκτα παραπέμπει στη συνήθεια των κατά συρροήν δολοφόνων να συλλέγουν τρόπαια από τα θύματά τους· διόλου ευκαταφρόνητη και η καταγραφή της αλόγιστης σπατάλης σημαντικών ποσών στον βωμό μιας υστερικής ματαιοδοξίας. Το κύμα της οργής, που φουσκώνει καθώς εν καιρώ χρεοκοπίας μελετούμε το πάθος του Ακη για πανάκριβα ακίνητα και μεγαλεία, δεν αρκεί όμως για να σκεπάσει την κωμική πλευρά του θέματος. Ολα μαζί συνδυαζόμενα γεννούν ένα ερώτημα, το οποίο έχω ακούσει να τίθεται από πολλούς και πολύ διαφορετικούς ανθρώπους: «Μα καλά, βρε παιδάκι μου, τέτοιος βλάκας ήταν;»
Δεν ξέρω αν ήταν βλακεία. Ηταν, πάντως, άγνοια - που μέσα στο πλαίσιο των παραγόντων της πτώσης του μπορεί να ισοδυναμεί και με τη βλακεία. Στοιχειώδης άγνοια και απύθμενο θράσος, λοιπόν. Είναι οι ιδιότητες που χρειάζονταν για να «προκόψει» κάποιος στην Ελλαδάρα κατά την εποχή της αστακομακαρονάδας - όπως επίσης και για να καταστραφεί. Αυτό διδάχθηκα εγώ από την άνοδο και την πτώση του «ωραίου Μπρούμελ» της πασοκαρίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου